Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2016

Ευρωζώνη : Οικονομικός παράδεισος ή νομισματική κόλαση ;

Ευρωζώνη : Οικονομικός παράδεισος ή νομισματική κόλαση ;

του Καλλίνικου Κ. Νικολακόπουλου* 12/12/2016

Οι ‘αγορές’ θεώρησαν ότι η πρώτη δεκαετία λειτουργίας της ευρωζώνης ήταν γενικά επιτυχής και ότι η κυκλοφορία  κοινού νομίσματος πραγματοποιήθηκε χωρίς προβλήματα και η ΕΚΤ ανταποκρίθηκε θετικά στον  παράδοξο-στρεβλό ρόλο που επωμίσθηκε να διεκπεραιώσει. Στο εσωτερικό της ευρωζώνης υπήρξαν έντονη οικονομική ανάπτυξη και αυξανόμενη απασχόληση, βασιζόμενες και τροφοδοτούμενες όμως από έντονα αυξανόμενα σωρευτικά χρέη. Η  μεγάλη προσφορά αγαθών, από τις αναδυόμενες οικονομίες, διατήρησε τον πληθωρισμό σε χαμηλά επίπεδα συγκαλύπτοντας τα προβλήματα και τις προκαλούμενες, από την μεγάλη ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας, ανισορροπίες. Πληθωριστικές ‘φούσκες’ διαπιστώθηκαν σε διάφορες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, όπως της αγοράς ακινήτων που έλαβε τρομακτικό μέγεθος, ιδιαίτερα στις Ιρλανδία και Ισπανία. Η ευρωζώνη, όντας ‘τυχερή’ στην έναρξη της ύπαρξής της, προκάλεσε  πολλαπλές δυνητικές κρίσεις στους κόλπους της.
Η οικονομική κρίση-ύφεση του 2007-2008 έστρεψε την προσοχή στα δομικά-διαρθρωτικά προβλήματα της ευρωζώνης και ενεργοποιήθηκε ουσιαστικά στο τέλος του 2009, μετά την ομολογία της ελληνικής κυβέρνησης για άσχημη δημοσιονομική κατάσταση. Η δραστηριοποίηση της ΕΚΤ στη δευτερογενή αγορά ομολόγων και η δημιουργία αρχικά του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), και στη συνέχεια του μόνιμου Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθαρότητας (ESM), κατεύνασαν παροδικά την ακόρεστη δίψα των ‘αγορών’. Η Ελλάδα, τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο,  ήταν ο αδύναμος κρίκος της λανθασμένα δομημένης ευρωζωνικής αλυσίδας. Η διαχείριση της κρίσης από τις ευρωπαϊκές αρχές δεν διακρινόταν από ταχύτητα δράσης, ήταν ασυνεπής και λανθασμένη με άστοχες  ερμηνείες. Η κρίση τέλους 2010 που τοποθέτησε και την Ιρλανδία στο επίκεντρο και η επακόλουθη της Πορτογαλίας την άνοιξη του 2011, έθεσαν και τις 2 χώρες στον μηχανισμό ‘διάσωσης’ του EFSF και ανέδειξαν τον συστημικό χαρακτήρα της κρίσης. Από τα μέσα 2011 έγινε εμφανής και αναπόφευκτη μία δεύτερη προσπάθεια ΄διάσωσης’ της Ελλάδας, ακολουθούμενη από την πρόσφατη τρίτη ‘διάσωση’ και πιθανότατα και επόμενες. Η μικρή Κύπρος εντάχθηκε κι αυτή στον μηχανισμό ‘διάσωσης’ στα μέσα του 2012, με το τραγικό και πρωτοφανές παγκοσμίως γεγονός του ‘κουρέματος’ τραπεζικών καταθέσεων, ενώ η Ισπανία ακολουθεί ‘μνημονιακές’ υφεσιακές πολιτικές και η ανήκουσα στους G8 Ιταλία έχει κλονισθεί σοβαρότατα. Η προβληθείσα έξοδος χωρών από την εφαρμογή ‘μνημονιών’ είναι ψευδεπίγραφη, γιατί αυτές εξακολουθούν να υφίστανται την εφαρμογή ‘μνημονιακών’ υφεσιακών πολιτικών. Οι περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης είναι παγιδευμένες στη λανθασμένη προσέγγιση εστίασης αποκλειστικά στο δανεισμό χρημάτων, με αντάλλαγμα υποσχέσεις εξοντωτικής λιτότητας και ‘διαρθρωτικών’ αλλαγών απορρύθμισης εργασιακών σχέσεων και θεσμών. Αυτή η προσέγγιση μετέτρεψε την επισφαλή κατάσταση των κρίσεων υπερχρέωσης, σε ατέρμονα καταστροφικότατο κύκλο. Η εμβάθυνση της κρίσης, συνοδευόμενη από ασυναρτησία και κοντόφθαλμα εθνικιστικά αντανακλαστικά της Γερμανίας, έχει καταστήσει ορατό τον κίνδυνο διάλυσης της ΟΝΕ-ευρωζώνης. Ποιο είναι το μέλλον του ευρώ? Τα πιθανά εξεταζόμενα σενάρια είναι η διατήρηση του συστήματος δόμησης της ευρωζώνης, η απόρριψη αυτού του συστήματος και η ριζική αναμόρφωση-ανασύνθεσή του και τέλος η διάλυση του και η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα των χωρών-μελών.
Η διατήρηση του συστήματος δόμησης της ευρωζώνης, προϋποθέτει την αντιμετώπιση της κρίσης μέσα σε αυτήν από τις αρχές (εθνικές κυβερνήσεις, ρυθμιστικές αρχές, ΕΚΤ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΔΝΤ), με επιμονή στην αυστηρή τήρηση των πολιτικών που ως τώρα ακολουθήθηκαν και εκδηλώνεται με 2 κύριες παρεμβάσεις. Η πρώτη, διαρκώς εγκρίνει πιστώσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος, υπό τον φόβο ότι μια άτακτη χρεοκοπία μίας ή περισσότερων χωρών θα προκαλούσε μία νέα τραπεζική κρίση. Αυτό βασίζεται στο γεγονός ότι οι οφειλές των PIIGS (Portugal, Italy, Ireland, Greece, Spain) στις ευρωπαϊκές τράπεζες ανέρχονταν τον Μάρτιο του 2011 στο ποσό των 2,2 τρισεκατομμυρίων ευρώ. Τα χρήματα των προγραμμάτων ‘διάσωσης’, εισφερθέντα στο EFSF και στο διάδοχό του ESM από εθνικές κυβερνήσεις μελών της ΕΕ-ευρωζώνης, συνδυαζόμενα με πιστώσεις του ΔΝΤ, αποτελούσαν ένα πρόσθετο δημοσιονομικό βάρος για τις ‘διασωζόμενες’ χώρες και αυξανόμενο κίνδυνο υποβάθμισης της πιστοληπτικής τους ικανότητας-αξιολόγησης. Η δεύτερη, αφορούσε σε παροχή πιστώσεων  από την ΕΚΤ προς τις τράπεζες των ‘διασωζόμενων’ χωρών, έναντι εγγυήσεων (δημόσιοι τίτλοι έκδοσης των αντίστοιχων χωρών) καθώς και στις άτυπες στοχευμένες αγορές κρατικών ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά. Σε πολιτικό επίπεδο, αυτό συνοδευόταν από τον εξαναγκασμό αποδοχής προγραμμάτων ακραίας λιτότητας και ‘μεταρρυθμίσεων’ από τις ‘διασωζόμενες’ χώρες (άκρατη περικοπή δαπανών και ραγδαία αύξηση φόρων για δημοσιονομικό εξορθολογισμό), με αιτιολογία το χρέος τους να καταστεί βιώσιμο. Το πρόσθετο όπλο της αναδιάρθρωσης χρέους, δεν μεταβάλλει ουσιαστικά τις προοπτικές της προς ‘διάσωση’ χώρας. Η συνεισφορά μιας δραστικής διαγραφής χρέους  στον κρατικό προϋπολογισμό, παραμένει αμφίβολη και ενδεχομένως ανεπαρκής για την εξάλειψη του ελλείμματός του, μέσω της μειωμένης δαπάνης για καταβολή τόκων.  Η μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη για την έξοδο των περιφερειακών χωρών από την κρίση, εκτός της βραχυπρόθεσμης λύσης των περικοπών δαπανών και των αυξήσεων φόρων, βασίζεται στην περικοπή των μισθών για την ανάκτηση-αποκατάσταση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας. Η λογική της είναι η ανάκτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας μέσω της εσωτερικής υποτίμησης, εστιάζοντας στους μισθούς, αφού μία χώρα εντασσόμενη σε μία νομισματική ένωση χάνει το εργαλείο-δυνατότητα της υποτίμησης του εθνικού νομίσματος. Η συμπίεση του μισθολογικού κόστους επιδεινώνει τις παραγόμενες ήδη, από τις περικοπές δαπανών και αυξήσεις φόρων, αποπληθωριστικές τάσεις αυξάνοντας την ανεργία και εμβαθύνοντας την ύφεση. Το ανεξόφλητο χρέος αυξάνεται ταχέως λόγω της αύξησης των τόκων, δημιουργώντας δημοσιονομικά ελλείμματα. Ακόμη η προκαλούμενη μείωση του ΑΕΠ αυξάνει αυτόματα το χρέος , που μετράται ως ποσοστό του.  Οι ενταχθείσες τρεις χώρες στον μηχανισμό ‘διάσωσης’ εκπροσωπούσαν 6,1% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, αλλά η προσφυγή της Ισπανίας που  εκπροσωπούσε το 11,5% ή και μελλοντικά ακόμη χειρότερα της Ιταλίας με 16,8%, θα δημιουργήσει μια εκρηκτική μη αντιμετωπίσιμη κατάσταση. Είναι πέρα από τη λογική τι θα επακολουθήσει στην περίπτωση της Γαλλίας, που κατείχε το 21,2% του ευρωζωνικού ΑΕΠ. Το τέλος θα επέλθει, όταν κάποια από τις πλουσιότερες χώρες αρνηθεί να προσφέρει τα απαραίτητα χρήματα στον μηχανισμό ‘διάσωσης’.
Η απόρριψη του συστήματος δόμησης της ευρωζώνης, σημαίνει την οικειοθελή ή αναγκαστική αποχώρηση κάποιων χωρών από την ΟΝΕ, ως η λιγότερο κακή διαθέσιμη επιλογή. Αν οι ακολουθούμενες πολιτικές συνεχισθούν αδιάλειπτα, θα καταστήσουν μονόδρομο την απόρριψη του συστήματος για τις χώρες που έχουν ενταχθεί στον μηχανισμό ‘διάσωσης’. Μία έξοδος από την ευρωζώνη θα αύξανε σε φοβερό βαθμό τη διεθνή ανταγωνιστικότητα και τις προοπτικές ανάπτυξης αυτών των χωρών αυτόματα, λόγω της αναπόφευκτης τεράστιας υποτίμησης των εθνικών νομισμάτων. Μία οικονομική ανάπτυξη που θα βασιζόταν μόνο στην υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, δεν θα μακροημέρευε και θα διαρκούσε για σύντομο χρονικό διάστημα. Η έξοδος κάποιας ή κάποιων χωρών από την ευρωζώνη, θα επέφερε τεράστιο κόστος και την αναπόφευκτη διάλυση της ευρωζώνης, λόγω του φαινομένου του ντόμινο και της αδίστακτης επίθεσης των ‘αγορών’ στην επόμενη υποψήφια προς αποχώρηση χώρα κ.ο.κ. Η δυνατότητα αυτή ανατρέχει στα πρόσφατα παραδείγματα της Αργεντινής και της Ισλανδίας. Καμία όμως από τις δύο χώρες, δεν ανήκε σε νομισματική ένωση με κοινό νόμισμα. Η Αργεντινή είχε  ‘κλειδωμένη’ την ισοτιμία πέσο με δολάριο με σχέση 1:1 και η απελευθέρωση διακύμανσης της συναλλαγματικής της ισοτιμίας, επέφερε μια υποτίμηση 70% μαζί με υποχρεωτική απομείωση-‘κούρεμα’ 65% στην αξία των κατεχόμενων από αλλοδαπούς ομολόγων της.  Αυτό δημιούργησε πληθωρισμό 26% το 2002, 13% το 2003 για να ‘ομαλοποιηθεί’ στη συνέχεια στο 4%, ποσοστό ανάπτυξης 8,5% από το 2003 ως το 2008, εκρηκτική ανάπτυξη των εξαγωγών 15-20% μετά το 2002 και πλεόνασμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών 3% του ΑΕΠ την ίδια περίοδο, με ταυτόχρονη μείωση του δημόσιου χρέους στο 40% του ΑΕΠ. Οι ενταχθείσες στον μηχανισμό ‘διάσωσης’ χώρες, αλλά και η Ισπανία, έχουν πολλά κοινά με την Αργεντινή του 2001: μεγάλη απώλεια διεθνούς ανταγωνιστικότητας, αποδιοργάνωση δημόσιων οικονομικών, αυξανόμενο δημόσιο χρέος σε μη βιώσιμα επίπεδα, μη υγιή οικονομική ανάπτυξη, έντονη φυγή κεφαλαίων, τεράστια ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών και απώλεια επενδυτικής εμπιστοσύνης.  Οι ‘διασώσεις’ της Ευρώπης το μόνο που ουσιαστικά έκαναν, ήταν η διοχέτευση διαρκώς μεγαλύτερων πόρων σε αποτυχημένα εγχειρήματα, αναβάλοντας και εμβαθύνοντας τις συνέπειες της κρίσης. Η αναδιάρθρωση της Ισλανδίας, αν και επώδυνη-δαπανηρή για τον πληθυσμό, δεν σπατάλησε άλλα χρήματα επιβαρύνοντας τους φορολογούμενούς με την εθνικοποίηση των ιδιωτικών χρεών των άσωτων τραπεζών της, όντας ‘τυχερή’ αφού δεν ήταν μέλος της ΕΕ.
Η αποδοτική λειτουργία μιας βέλτιστης νομισματικής ένωσης-ζώνης, προϋποθέτει την εκπλήρωση ορισμένων συνθηκών εξαρτώμενη από αυτές. Στην περίπτωση της ευρωζώνης δεν εκπληρώνονται (μερικά ή ολικά): πολιτική ένωση, δημοσιονομική ενοποίηση, κινητικότητα εργατικού δυναμικού και ευελιξία τιμών-μισθών. Οι κρίσεις υπερχρέωσης των περιφερειακών χωρών της, ανέδειξαν  τις συνέπειες της μη εκπλήρωσης αυτών των συνθηκών και την προβληματική φύση της δόμησής της. Στα πλαίσια της ριζικής αναμόρφωσης-ανασύνθεσης του συστήματος δόμησής της  αναγκαία και απαραίτητα είναι :
-Αλλαγή του ρόλου και λειτουργίας της ΕΚΤ, στην κατεύθυνση που λειτουργεί οποιαδήποτε κεντρική τράπεζα παγκόσμια,  αναλαμβάνοντας  τη συνολική διαχείριση των κρατικών χρεών των χωρών της ευρωζώνης. 
-Ριζική  αλλαγή της αρχιτεκτονικής της ευρωζώνης, με κατάργηση του ‘Συμφώνου Σταθερότητας’   και  του  ‘Συμφώνου  για  το  ευρώ’  και αντικατάστασή τους με ένα ‘Σύμφωνο Ανάπτυξης και Απασχόλησης’ διαφορετικού περιεχομένου.
-Οι πολιτικές  τύπου  ‘Μνημονίου’, οδηγούν σε μεγαλύτερη ύφεση επιτείνοντας το οικονομικό αδιέξοδο   και  μη επιλύοντας ουσιαστικά το υφιστάμενο πρόβλημα. Αντίθετα πρέπει να εφαρμοσθεί πολιτική μεταφοράς δημοσιονομικών πόρων από πλεονασματικές σε ελλειμματικές εμπορικά χώρες, στα πλαίσια επίτευξης ομοιογένειας της ευρωζώνης.
Ουσιαστικά οι ‘διασώσεις’ της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας, και η παγκόσμιας ‘πρωτοτυπίας’ της Κύπρου, αλλά και όποιων άλλων χωρών μελλοντικά, είναι διασώσεις των ουσιαστικά πτωχευμένων ευρωπαϊκών τραπεζών και ιδιαίτερα γαλλικών-γερμανικών. Τα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών των χωρών του βορρά, ιδιαίτερα της Γερμανίας, διοχετεύθηκαν μέσω των τραπεζών και των ‘επενδυτών’ στο εξωτερικό, σε αμφίβολες ριψοκίνδυνες επενδύσεις και δεν ανακυκλώθηκαν με τη δημιουργία επενδύσεων στο εσωτερικό της ευρωζώνης. Η αναδιάρθρωση των χρεών των χωρών της περιφέρειας, θα προκαλέσει ζημιές στις γαλλογερμανικές τράπεζες και ιδιαίτερα στις τράπεζες-δανειστές του δημόσιου τομέα. Η ανακεφαλαιοποίηση-κεφαλαιακή ενίσχυση αυτών των τραπεζών, που οι πολιτικοί της Γερμανίας προσπαθούν να αποφύγουν τη χρηματοδότησή τους από τους φορολογούμενούς τους, είναι αναπόφευκτη, ενώ εθελοτυφλούν προκρίνοντας ως λύση στην κρίση της ευρωζώνης την επιβολή χρόνιας ακραίας λιτότητας στις ‘άσωτες’ περιφερειακές χώρες της. Η επικράτηση αυτής της γερμανικής λύσης, που  επιπλέον επέβαλε και την παρέμβαση-παρουσία του ΔΝΤ και των ακραία νεοφιλελεύθερων πολιτικών τύπου ‘μνημονίου’ στην Ευρώπη, επιβάλλει την ασταμάτητη οικονομική στήριξη των πιο αδύναμων περιφερειακών χωρών μέχρι την ουσιαστική λύση του προβλήματος των χρεοκοπημένων ευρωπαϊκών τραπεζών.  Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι αναπόφευκτη η διάλυση του νομισματικού εκτρώματος της ευρωζώνης και η επιστροφή των χωρών-μελών της στα εθνικά τους νομίσματα, με ταυτόχρονη διαγραφή μεγάλου μέρους των εθνικών δημόσιων χρεών συνοδευόμενη από σεισάχθεια στα ιδιωτικά χρέη, για να επιτευχθεί η επανεκκίνηση των εθνικών οικονομιών και η αποκατάσταση των υπαρχουσών μακροοικονομικών ανισορροπιών.

(Σημείωση: Το άρθρο αποτελεί επικαιροποίηση παλιότερου, γραμμένου προ σχεδόν τετραετίας)  


* Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, 2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα οικονομικά και διοίκηση μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά συστήματα), μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής,  email : nikokal02@yahoo.gr website :  www.kallinikosnikolakopoulos. blοgspot.com  

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

Υπολογισμός των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα (αναδημοσίευση από την Εφημερίδα των Συντακτών 14/9/2016)

Υπολογισμός των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα


Η μόνη χώρα της ευρωζώνης που δεν υπέγραψε τη δανειακή σύμβαση Ελλάδας – χωρών ευρωζώνης απευθείας με την Ελλάδα ήταν η Γερμανία και αντ’ αυτής υπέγραψε η γερμανική κρατική επενδυτική τράπεζα KFW, λόγω του γερμανικού κατοχικού δανείου και των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων.
Το ύψος τους κατά το 2010 ατόκως ήταν 162 δισ. ευρώ (7,1 δισ. δολάρια για πολεμικές επανορθώσεις και 3,5 δισ. δολάρια για το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, αγοραστικής αξίας 1938, δηλαδή 108 και 54 δισ. ευρώ το 2010 ατόκως αντίστοιχα, σύμφωνα με απόφαση της 19μελούς Διασυμμαχικής Επιτροπής Παρισίου το 1946).
Η Γερμανία δεν εξόφλησε τις αναγνωρισμένες οφειλές της προς την Ελλάδα, έχοντας εξοφλήσει όλες τις αντίστοιχες οφειλές των άλλων χωρών. Τα ποσά αυτά δεν παραγράφηκαν, ούτε μπορούν να παραγραφούν, όντας αναγνωρισμένες οφειλές με διεθνείς συμφωνίες-συμβάσεις και αρκεί η έγγραφη απαίτησή τους από την ελληνική κυβέρνηση.
Σε περίπτωση άρνησης καταβολής τους από τη Γερμανία, η Ελλάδα στοιχειοθετεί δικαίωμα προσφυγής στα διεθνή δικαστήρια και αναμφισβήτητης δικαίωσής της.
Η σχετική δανειακή συμφωνία του αναγκαστικού γερμανικού κατοχικού δανείου, που υπογράφηκε από πληρεξούσιους Γερμανίας-Ιταλίας την 14/3/1942, μη παρούσης της Ελλάδας, προέβλεπε: Η ελληνική κυβέρνηση υποχρεούται μηνιαία να καταβάλλει έξοδα κατοχής 1,5 δισ. δρχ., οι επιπλέον αναλήψεις από την Τράπεζα της Ελλάδος χρεώνονταν στις κυβερνήσεις Γερμανίας-Ιταλίας ως άτοκο σε δραχμές δάνειο της Ελλάδας προς αυτές και η επιστροφή του δανείου θα γινόταν αργότερα με ισχύ από 1/1/1942.
Η δανειακή σύμβαση αποτελούσε μια συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας που επιβαλλόταν στην Ελλάδα ως υποχρεωτικά εκτελεστή-αναγκαστική, με μορφή μηνιαίων προκαταβολών απροσδιόριστου ύψους, διάρκειας και ημερομηνίας αποπληρωμής άτοκα σε δραχμές, ενώ ακολούθησαν τρεις τροποποιήσεις με κοινή βούληση των συμβαλλομένων, μετατρέποντας την σε κοινό συμβατικό έντοκο δάνειο.
Με την πρώτη τροποποίηση (2/12/1942) ορίστηκε ότι τα δανειακά ποσά είναι αναπροσαρμοζόμενα και θα αρχίσουν να επιστρέφονται από τον Απρίλιο 1943, όταν καταβλήθηκαν δύο εξοφλητικές δανειακές δόσεις χωρίς συνέχεια, καθιστώντας το δάνειο συμβατικό, έντοκο, λόγω υπερημερίας, και σταθερού νομίσματος, αποτελώντας συμβατική υποχρέωση της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας, και όχι επανορθωτική, μη εντασσόμενο στη συμφωνία του Λονδίνου 1953 που ανέστειλε την καταβολή των επανορθώσεων και αποζημιώσεων μέχρι την επανένωση της Γερμανίας.
Η Γερμανία δανείστηκε από την Ελλάδα, κατά παράβαση της ισχύουσας και σήμερα σύμβασης της Χάγης 1909, και δεν αμφισβήτησε ποτέ το δάνειο αρχίζοντας την αποπληρωμή του, ενώ ο καγκελάριος Ερχαρντ το 1964 δεσμεύτηκε για την επιστροφή του μετά την επανένωση της Γερμανίας.
Η γερμανική κατοχή είναι υπεύθυνη για το ολοκαύτωμα 1940-44, την αύξηση του πληθωρισμού 15,3 εκατομμύρια φορές, ενώ μόνο η Ελλάδα κατέβαλε στη Γερμανία πολεμικές αποζημιώσεις. Για την επανόρθωση η Ελλάδα θα χρειαζόταν 33 φορές το εθνικό εισόδημα του 1946, αναζητώντας το απολεσθέν ΑΕΠ με εξωτερικό δανεισμό, ενώ η ενωμένη-δημοκρατική μετά το 1990 Γερμανία αρνείται την επιστροφή του κατοχικού δανείου.
Ο Γερμανός ιστορικός Albrecht Ritchl ανέφερε ότι η Ελλάδα μπορεί να αξιώσει την καταβολή των οφειλόμενων ποσών, εάν η Γερμανία την πιέσει. Ο Γάλλος οικονομολόγος Jacques Delpla, το 2010, υπολόγισε το συνολικό οφειλόμενο ποσό εντόκως σε 575 δισ. ευρώ, σημερινής εκτιμώμενης αξίας άνω των 600 δισ. ευρώ, ενώ άλλοι οικονομολόγοι το υπολόγισαν σε 1,1 τρισ. ευρώ εντόκως, σημερινής εκτιμώμενης αξίας προσεγγίζουσας το 1,2 τρισ. ευρώ.
Η διαφορά στο τελικό ποσόν της γερμανικής οφειλής οφείλεται στη χρήση διαφορετικών επιτοκίων προεξόφλησης. Το ποσό είναι άμεσα απαιτητό από τη Γερμανία, μετά την ενοποίηση Ομοσπονδιακής Γερμανίας και Λ.Δ.Γ. το 1990, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.
Η ελληνική κυβέρνηση δικαιούται και οφείλει να εγγράψει τη γερμανική οφειλή στις ανείσπρακτες οφειλές προς το ελληνικό Δημόσιο και στον κρατικό προϋπολογισμό, με την αιτιολόγηση ότι πρόκειται για άμεσα απαιτητό ληξιπρόθεσμο χρέος.
Οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών, κατόπιν σχετικής εντολής, μπορούν να προβούν σε όλες τις απαραίτητες σχετικές άμεσες ενέργειες για την είσπραξη του ληξιπρόθεσμου γερμανικού χρέους. Το γεγονός αυτό θα έχει ως άμεσο αποτέλεσμα τη μετατροπή του προϋπολογισμού της χώρας σε εντονότατα πλεονασματικό, την ολοσχερή εξάλειψη του δημόσιου χρέους και τη μετατροπή του σε μεγάλο δημόσιο σωρευτικό πλεόνασμα.
Συνεπώς θα σήμαινε την έξοδο της Ελλάδας από τη δημοσιονομική παρακολούθηση και εποπτεία της Ε.Ε., την εκπλήρωση των κριτηρίων της συνθήκης του Μάαστριχτ, την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας σε ΑΑΑ, τη ραγδαία εξαφάνιση των spreads δανεισμού κ.λπ.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τους κανονισμούς της Eurostat, η Γερμανία θα υποχρεωνόταν να εγγράψει στον δικό της κρατικό προϋπολογισμό το οφειλόμενο δημόσιο χρέος προς την Ελλάδα. Με αυτό τον τρόπο θα ετίθετο ζήτημα δημοσιονομικής επιτήρησης της Γερμανίας από την Ε.Ε., λόγω μη εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Συμφώνου Σταθερότητας που έχει επιβάλει με κάθε τρόπο και με την απειλή ποινών στις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης.
* oικονομολόγος, αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων, μέλους του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016

Σύνδεση της Κρατικής Παρέμβασης στην Υγεία με τις Αρχές της Αποδοτικότητας, Ισότητας και Αποτελεσματικότητας (Αναδημοσίευση από το 162ο τεύχος του περιοδικού ‘Επιθεώρηση Υγείας’ Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου 2016)

Σύνδεση της Κρατικής Παρέμβασης στην Υγεία με τις Αρχές της Αποδοτικότητας, Ισότητας και Αποτελεσματικότητας

ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ* , ΜΑΡΙΓΟΥΛΑ ΖΟΥΠΑ**

ΠΕΡIΛΗΨΗ
Η κρατική παρέμβαση στον τομέα της υγείας, οφείλει να προβαίνει σε οικονομική αξιολόγηση των υγείας (άριστη κατανομή σπάνιων πόρων) υπό κοινωνική οπτική, λαμβάνοντας υπόψη τα προγραμμάτων βασικά κριτήρια της οικονομικής αποδοτικότητας, της ισότητας και της οικονομικής αποτελεσματικότητας.  Ως οικονομική αποδοτικότητα, ορίζεται η επίτευξη του στόχου της μεγιστοποίησης βελτιώσεων στην υγεία, παραγόμενες από δεδομένο επίπεδο δημόσιας δαπάνης. Ως ισότητα, θεωρείται η δίκαιη κατανομή των επιτευχθεισών βελτιώσεων στο κοινωνικό σύνολο. Ως οικονομική αποτελεσματικότητα, ορίζεται η ανάλυση κόστους – αποτελεσματικότητας που προκύπτει από συνεκτίμηση της αποτελεσματικότητας μιας παρέμβασης και του κόστους των διατεθέντων πόρων, για την επίτευξη του βαθμού αποτελεσματικότητας. Παρά την ύπαρξη ευρείας αποδοχής στη βαρύτερη φορολόγηση “εθιστικών” και “επιβλαβών” προϊόντων, συγκριτικά με άλλα αγαθά, δεν μπο- ρεί να προσδιορισθεί το επίπεδο βέλτιστης φορολόγησής τους, με τήρηση και εφαρμογή των αρχών της αποδοτικότητας, ισότητας και αποτελεσματικότητας.
Λέξεις – κλειδιά : κρατική παρέμβαση, προγράμματα υγείας, οικονομική αξιολόγηση, οικονομική αποδοτικότητα, ισότητα, οικονομική αποτελεσματικότητα.

ABSTRACT
CONNECTION OF GOVERNMENT INTERVENTION IN HEALTH WITH THE BEGINNINGS OF EFFICIENCY, EQUALITY AND EFFECTIVENESS
K. Nikolakopoulos, M. Zoupa
Τhe government intervention in the health sector, owes to proceed in economic evaluation of health programs (most excellent distribution of infrequent resources)under social optics, taking into consideration the basic criteria of economic efficiency, equality and economic effectiveness. As economic efficiency, is fixed the achievement of objective of improvements maximisation in the health, produced from given level of public expense. As equality, is considered the fair distribution of achieved improvements in the social total. As economic effectiveness, is fixed the analysis of cost of – effectiveness that it results from evaluation of intervention effectiveness and cost of allocated resources, for the achievement of degree of effectiveness. Despite the existence of wide acceptance in the heavier tax imposition ‘addictive and ‘harmful’ products, comparatively with other goods, it cannot be determined the level of their most optimal tax imposition with observation and application of beginnings of efficiency, equality and effectiveness.
Key - words : government intervention, health programs, economic evaluation, economic efficiency, equality, economic effectiveness.

Η κρατική παρέμβαση στον τομέα της υγείας, οφείλει να προβαίνει σε οικονομική αξιολόγηση των προγραμμάτων υγείας (άριστη κατανομή σπάνιων πόρων) υπό κοινωνική οπτική, λαμβάνοντας υπόψη τα βασικά κριτήρια της οικονομικής αποδοτικότητας, της ισότητας ή ισοτιμίας και της οικονομικής αποτελεσματικότητας [1]. Ως οικονομική αποδοτικότητα, ορίζεται η επίτευξη του στόχου της μεγιστοποίησης βελτιώσεων στην υγεία, παραγόμενες από δεδομένο επίπεδο δημόσιας δαπάνης. Ως ισότητα, θεωρείται η δίκαιη κατανομή των επιτευχθεισών βελτιώσεων στο κοινωνικό σύνολο. Ως οικονομική αποτελεσματικότητα, ορίζεται η ανάλυση κόστους – αποτελεσματικότητας που προκύπτει από συνεκτίμηση της αποτελεσματικότητας μιας παρέμβασης και του κόστους των δια- τεθέντων πόρων, για την επίτευξη του βαθμού αποτελεσματικότητας [2].
Η οικονομική αποδοτικότητα διακρίνεται σε τεχνική και κατανεμητική αποδοτικότητα. Η τεχνική αποδοτικότητα αναφέρεται στη βελτιστοποίηση της τεχνολογίας, είτε μεγιστοποιώντας την παραγόμενη ποσότητα προϊόντος με δεδομένο κόστος παραγωγής, είτε ελαχιστοποιώντας το κόστος παραγωγής δεδομένης ποσότητας προϊόντος. Συγκρίνονται δηλαδή, διαφορετικοί τρόποι παραγωγής συγκεκριμένου προϊόντος, δίχως να εξετάζονται εναλλακτικές χρήσεις των χρησιμοποιηθέντων πόρων, για την παραγωγή άλλων προϊόντων. Η κατανεμητική αποδοτικότητα αναφέρεται στη βελτιστοποίηση μιας ομάδας παραγόμενων προϊόντων, δεδομένων των κοινωνικών προτιμήσεων και της τεχνολογίας παραγωγής. Η κατανεμητική εμπεριέχει την τεχνική αποδοτικότητα, εξετάζοντας την άριστη κατανομή πόρων μεταξύ διάφορων εναλλακτικών χρήσεων, με την έννοια της επιλογής παραγωγής μεταξύ διαφορετικών αγαθών [3].
Η ισότητα, διαχωρίζεται στην οριζόντια και κάθετη ισότητα. Ως οριζόντια ισότητα, θεωρούμε την ίση μεταχείριση μεταξύ ίσων, απαιτώντας οι προσβάσιμες φροντίδες υγείας, από το σύνολο των ατόμων που πάσχει από συγκεκριμένη ασθένεια, να είναι της ίδιας ποιότητας και ποσότητας. Ως κάθετη ισότητα, θεωρούμε την άνιση μεταχείριση των άνισων, απαιτώντας οι προσβάσιμες φροντίδες υγείας, από άτομα που πάσχουν από διαφορετικές ασθένειες, να είναι ποιότητας και ποσότητας ανάλογης με τη βαρύτητα της νόσου [3]. Άλλοι διαχωρισμοί της ισότητας είναι : ισότητα στη δαπάνη (ίδιο ποσό δαπάνης για ίσης νοσηρότητας άτομα), ισότητα στην πρόσβαση (ίση πρόσβαση σε ίσης ποιότητας και ποσότητας υπηρεσίες για ίσης νοσηρότητας άτομα), ισότητα στη χρήση (χρησιμοποίηση υπηρεσιών υγείας ίσης ποσότητας και ποιότητας για ίσης νοσηρότητας άτομα), ισότητα στο αποτέλεσμα (αποκατάσταση ίσου επιπέδου υγείας, μέσω των υπηρεσιών υγείας, σε ίσης νοσηρότητας πριν την επέμβαση χρήστες) [1].
Η ανάλυση κόστους – αποτελεσματικότητας, υπολογίζει το όφελος σε διασωθέντα έτη ζωής ή μετρά τη βελτίωση της υγείας, οφειλόμενη σε συγκεκριμένη παρέμβαση με χρήση άλλων φυσικών ή υγειονομικών μονάδων. Αυτή αφορά σε παρεμβάσεις σε προγράμματα που στοχεύουν σε ίδιο αποτέλεσμα, με ενδεχόμενη διαφοροποίηση του τρόπου επίτευξής του [4]. Η διαφορά της μεθόδου από την ανάλυση κόστους – οφέλους, είναι η επιλογή εναλλακτικών χρήσεων της δαπάνης για την επίτευξη του αναμενόμενου αποτελέσματος, με την μέτρηση να πραγματοποιείται σε φυσικούς όρους ή υγειονομικούς δείκτες και όχι με την αποτύπωση σε χρηματικούς όρους [5]. Τα αποτελέσματά της, εκφράζονται σε κόστος ανά μονάδα αποτελέσματος [4].
Θεωρώντας ότι το σύστημα υγείας χρηματοδοτείται από τα γενικά έσοδα, που αποκτώνται από το φορολογικό σύστημα (όπως συμβαίνει σε αρκετές αναπτυγμένες χώρες με εθνικό σύστημα υγείας), μια συνολική ή μερική αντικατάσταση της χρηματοδότησης από έναν υποθετικό φόρο κατανάλωσης επί “εθιστικών” προϊόντων (καπνός, αλκοόλ) και “ανθυγιεινών” τροφών, οδηγεί σε τρία κύρια ερωτήματα για την αποδοτικότητά της [6] :
- Ποια είναι η επίδραση του νέου φόρου στην οικονομική συμπεριφορά και σε ποια έκταση θα δημιουργήσει μια παραμόρφωση και ανακατανομή των πόρων; Αν ο υγειονομικός φόρος επιβληθεί στην κατανάλωση καπνού, αλκοόλ και “ανθυγιεινών” τροφών, ποια θα είναι η συνέπεια σε πωλητές και αγοραστές, τα επίπεδα κατανάλωσης και των τιμών; Κάποιος θα μπορούσε να υποθέσει, ότι οι δημιουργηθείσες παραμορφώσεις από αυτούς που καταναλώνουν εθιστικά προϊόντα είναι αξιόλογες. Επίσης, ένας φόρος δεν προκαλεί συνέπειες αποκλειστικά και μόνο σε αυτούς που τον πληρώνουν.
- Η μέθοδος χρηματοδότησης, θα έπρεπε να είναι σχετική με την επίτευξη ενός βέλτιστου επιπέδου χρηματοδότησης για τη φροντίδα υγείας. Αν η φορολογική βάση δεν είναι αρκετά ευρεία ή δεν παρέχει αρκετά έσοδα, θα περιορίσει το επίπεδο της δαπάνης για τη φροντίδα υγείας. Είναι επίσης ενδιαφέρον, να κρίνουμε αν η μέθοδος χρηματοδότησης έχει ένα ρόλο να παίξει στον προσδιορισμό του επιπέδου της δαπάνης που θα έπρεπε να χρηματοδοτήσει τη φροντίδα υγείας, συγκριτικά με άλλες πολιτικές δαπανών.
- Η μέθοδος χρηματοδότησης μπορεί να επηρεάσει την αποτελεσματική κατανομή των πόρων, εντός του τομέα της φροντίδας υγείας.
Υπάρχει μια δικαιολόγηση της αρχής της ισότητας, για την επιβολή φόρου στους καπνιστές και πότες, αν συνυπολογισθεί η “αρχή του οφέλους”. Αυτή η αρχή θεωρεί ότι όσοι λαμβάνουν μεγαλύτερα οφέλη από τις κυβερνητικές δραστηριότητες, θα έπρεπε να φορολογούνται βαρύτερα, από αυτούς που λαμβάνουν λιγότερα οφέλη και θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η επιβολή ενός “τέλους χρήστη”, που τον ‘χρεώνει’ για τις δημιουργηθείσες αρνητικές εξωτερικές επιβαρύνσεις. Με δεδομένες τις επιβλαβείς συνέπειες που συνδέονται με το κάπνισμα και το ποτό, είναι σαφές ότι οι καπνιστές είναι πιθανότερο να υποφέρουν από νοσηρότητα και ανικανότητα και να διεκδικούν ένα δυσανάλογο μερίδιο των ιατρικών δαπανών, για ιατρική φροντίδα και πληρωμές ανικανότητας. Επομένως, αυτό αντισταθμίζει την μείωση των απαιτήσεων για συντάξεις και άλλες δαπάνες, που οφείλονται στον χαμηλότερο μέσο όρο του προσδόκιμου ζωής. Η ικανότητα για πληρωμή και οι αρχές του οφέλους, οδηγούν σε διαφορετικά συμπεράσματα. Σύμφωνα με την πρώτη, οι βαρείς καπνιστές και πότες δεν θα έπρεπε να πληρώνουν περισσότερους φόρους, αν είναι οι φτωχότεροι, αλλά σύμφωνα με τη δεύτερη θα έπρεπε να χρηματοδοτούν τα κόστη της φροντίδας υγείας που δημιουργούν με τον τρόπο κατανάλωσής τους. Οι αρχές της ισότητας είναι υποκειμενικές και εξαρτώνται από την επικρατούσα γενική άποψη, σε κάθε στιγμή και χώρα. Σήμερα είναι ευρέως αποδεκτό, ότι η ισότητα στη χρηματοδότηση της φροντίδας υγείας επιτυγχάνεται μέσω της αρχής της ικανότητας πληρωμής. Η αρχή της ικανότητας πληρωμής, φαίνεται να είναι ένας καλός τρόπος σχεδιασμού της χρηματοδότησης του συστήματος της φροντίδας υγείας, αν θεωρήσουμε ότι η δημόσια φροντίδα υγείας βασίζεται στη συμμετοχή στον κίνδυνο και ότι στόχος του δημόσιου τομέα είναι η αναδιανομή του εισοδήματος [7].
Για να μπορέσουμε να απαντήσουμε για την αποτελεσματικότητα του φόρου κατανάλωσης επί των προϊόντων καπνού, αλκοόλ και “ανθυγιεινών” τροφών, θα πρέπει να αναλυθούν αρκετές διαστάσεις της ζήτησης όπως : το συνολικό επίπεδο της κατανάλωσης, η διάδοση των συνηθειών και οι αποφάσεις έναρξης και τερματισμού της χρήσης τους, πως οι αντιδράσεις ποικίλλουν μεταξύ ομάδων με διαφορετικά χαρακτηριστικά (ειδικά νέων ανθρώπων), οι συνέπειες των φόρων στο λαθρεμπόριο και τα διασυνοριακά ψώνια και οι επιδράσεις των φόρων στις δυσμενείς συνέπειες του εθισμού. Ο καπνός και το αλκοόλ φορολογούνται συνήθως παραπάνω από μία φορά και, εκτός του Φ.Π.Α., επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης [8].
Με δεδομένο τον εθιστικό χαρακτήρα των προϊόντων, η φορολογία κατανάλωσης είναι ιδιαίτερα ελκυστική για τους νομοθέτες. Τα τσιγάρα και τα προϊόντα καπνού και αλκοόλ έχουν φορολογηθεί για αιώνες, λόγω της ανελαστικότητας ζήτησης και πρόσφατα λόγω της πρόθεσης μείωσης της κατανάλωσης. Υπάρχει μια ευρεία αποδοχή, ότι αυτά τα προϊόντα θα έπρεπε να φορολογούνται βαρύτερα από άλλα αγαθά. Πάραυτα, δεν υπάρχει ένα μοναδικό επίπεδο βέλτιστης φορολόγησης, από τη στιγμή που αυτό εξαρτάται από τις περιστάσεις, τους στόχους της πολιτικής και την προτεραιότητα ανάμεσά τους. Το επίπεδο φορολογίας σε αυτά τα προϊόντα διαφέρει σημαντικά μεταξύ των χωρών, δημιουργώντας ζήτημα δύσκολης εναρμόνισης στην ΕΕ. Από τη στιγμή που οι “επιβλαβείς” εθισμοί και οι “ανθυγιεινές” συνήθειες δείχνουν ευαισθησία στην τιμή, αυτές οι συμπεριφορές μπορούν να αποθαρρύνονται με τη φορολογία; Παρά την ύπαρξη ευρείας αποδοχής στη βαρύτερη φορολόγηση αυτών των προϊόντων, συγκριτικά με άλλα αγαθά, δεν μπορεί να προσδιορισθεί το επίπεδο βέλτιστης φορολόγησής τους, με τήρηση και εφαρμογή των αρχών της αποδοτικότητας, ισότητας και αποτελεσματικότητας.
* Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, 2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα οικονομικά και τη διοίκηση μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά  συστήματα), μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής, email :nikokal02@yahoo.gr,   website www.kallinikosnikolakopoulos.blοgspot.com 

** Νοσηλεύτρια – Φυσικός/Περιβαλλοντολόγος (πτυχιούχος φυσικού τμήματος Πανεπιστημίου Ιωαννίνων),  email :  maroulazoupa@yahoo.gr




ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚEΣ- ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΚEΣ ΑΝΑΦΟΡEΣ
[1] Αλετράς Βασίλης, Ματσαγγάνης Μάνος, Νιάκας Δημήτρης (2002): “Θέματα οικονομικής και χρηματοδοτικής διαχείρισης υπηρεσιών υγεί- ας”, εκδόσεις ΕΑΠ, σ. 189-191
[2] Κυριόπουλος Γιάννης, Γείτονα Μαίρη (2007): “Τα Οικονομικά της ΥγείαςΜέθοδοι και Εφαρμογές της Οικονομικής Αξιολόγησης”, εκδόσεις Παπαζήση, σ. 91-98
[3] Λιαρόπουλος Λυκούργος (2007): “Οργάνωση Υπηρεσιών & Συστημά- των ΥγείαςΑτόμος”, εκδόσεις ΒΗΤΑ, σ. 204
[4] Drummond Michael, O’Brien Bernie, Stoddart Greg, Torrance George (2002) : “Μέθοδοι Οικονομικής Αξιολόγησης των Προγραμμάτων Υγεί- ας”, εκδόσεις Κριτική, σ. 146-150
[5] Σούλης Σωτήρης (1998) : “Οικονομική της Υγείας”, εκδόσεις Παπαζήση, σ. 332-333
[6] Badenes-Pla Nuria, Jones Andrew (10/2003): “Addictive goods and taxes: A survey from an economic perspective” (αναρτημένο στο http://www.ief.es/documentos/recursos/publicaciones/revistas/hac_p ub-/167_Badenes.pdf)
[7] Remler Dahlia (2/2004) : “Poor Smokers, Poor Quitters, and Cigarette Tax Regressivity” (αναρτημένο στο http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC1448232/)

[8] O’Donoghue Ted, Rabin Matthew (3/2006) : “Optimal Sin Taxes” (αναρτημένο στο http://emlab.berkeley.edu/~rabin/shortsin.pdf)

Τετάρτη 17 Αυγούστου 2016

Θεμελίωση και υπολογισμός των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα

Θεμελίωση και υπολογισμός των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα
        
του Καλλίνικου Κ. Νικολακόπουλου* 

Η μόνη χώρα της ευρωζώνης, που δεν υπέγραψε τη δανειακή σύμβαση Ελλάδας – χωρών ευρωζώνης (το γνωστό μνημόνιο Νο1) απευθείας με την Ελλάδα, ήταν η Γερμανία (αντ’ αυτής υπέγραψε η γερμανική κρατική επενδυτική τράπεζα ειδικού σκοπού KFW). Ο προφανέστατος λόγος, είναι η ύπαρξη του γερμανικού κατοχικού δανείου και των γερμανικών επανορθώσεων (για να μην δημιουργείται σύγχυση δεν πρόκειται για τις γερμανικές κατοχικές αποζημιώσεις για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά την γερμανική κατοχή,  που πρέπει να διεκδικηθούν δικαστικά). Το ύψος τους κατά το έτος 2010, χωρίς συνυπολογισμό των τόκων, εκτιμάτο σε 162 δις ευρώ.
Η απόφαση της 19μελούς Διασυμμαχικής Επιτροπής των Παρισίων του 1946, καταλόγισε στη Γερμανία ότι οφείλει να καταβάλλει στην Ελλάδα:
- 7,1 δις δολάρια, αγοραστικής αξίας 1938, δηλαδή αξίας 108 δις ευρώ το 2010 χωρίς συνυπολογισμό των τόκων, που είναι επανορθώσεις για καταστροφές στις υποδομές κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και οφείλονται στο ελληνικό δημόσιο.
- Το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο ύψους 3,5 δις δολαρίων, αγοραστικής αξίας 1938, δηλαδή αξίας 54 δις ευρώ το 2010 χωρίς συνυπολογισμό των τόκων. Το δάνειο αυτό, υπολογιζόμενο κάθε έτος, τόσο από την Tράπεζα της Ελλάδας, όσο και από την γερμανική κρατική τράπεζα, προκάλεσε καθοριστικά την πείνα και τους εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής.
Η Γερμανία δεν έχει προβεί σε εξόφληση αυτών των αναγνωρισμένων οφειλών της προς την Ελλάδα, ενώ έχει εξοφλήσει όλες ανεξαιρέτως τις χώρες με τις οποίες βρέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση. Και τα δύο αυτά ποσά δεν έχουν παραγραφεί, ούτε μπορούν να παραγραφούν, γιατί είναι αναγνωρισμένες οφειλές με διεθνείς συμφωνίες και διεθνείς συμβάσεις και είναι αρκετή η έγγραφη απαίτησή τους από την  εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση. Εάν αυτό συνέβαινε και η γερμανική κυβέρνηση αρνιόταν την καταβολή τους, η όποια ελληνική κυβέρνηση θα στοιχειοθετούσε δικαίωμα προσφυγής στα διεθνή δικαστήρια και αναμφισβήτητης δικαίωσής της για τη λήψη τους.
 Η σχετική δανειακή συμφωνία του αναγκαστικού γερμανικού κατοχικού δανείου, υπογράφηκε την 14/3/1942 από τους πληρεξούσιους της Γερμανίας και της Ιταλίας στην Ελλάδα, Άλτενμπουργκ και Γκίτζι. Η Ελλάδα δεν είχε προσκληθεί και δεν ήταν παρούσα. Στην Ελλάδα ανακοινώθηκε, μετά από εννιά ημέρες, από τον Άλτενμπουργκ με τη ρηματική διακοίνωση 160/23-3-1942 και από τον Γκίτζι με το σημείωμά του Νο4/6406/461/23-3-1942.
Σύμφωνα με αυτή:
- Η ελληνική κυβέρνηση υποχρεούται μηνιαία να καταβάλλει έξοδα κατοχής 1,5 δισ. δρχ. (άρθρο 2).
- Οι αναλήψεις από την Τράπεζα της Ελλάδος, άνω του ποσού αυτού θα χρεώνονται στις κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας ως άτοκο, σε δραχμές, δάνειο της Ελλάδας προς αυτές (άρθρο 3).
- Η επιστροφή του δανείου θα γινόταν αργότερα (άρθρο 4).
- Η συμφωνία είχε αναδρομική ισχύ από 1/1/1942 (άρθρο 5).
Η δανειακή σύμβαση αποτελούσε μια συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας, που επιβαλλόταν στην Ελλάδα ως υποχρεωτικά εκτελεστή (αναγκαστική). Οι δανειακές αναλήψεις θα είχαν την μορφή μηνιαίων προκαταβολών, το ύψος και η διάρκεια των οποίων δεν προσδιοριζόταν. Επίσης δεν προσδιοριζόταν πότε θα άρχιζε η εξόφλησή του, ενώ προσδιοριζόταν ότι ήταν άτοκο και σε δραχμές. Με το εμπιστευτικό έγγραφο 409/2-4-1942 ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών, έδινε εντολή στην Τράπεζα της Ελλάδας να συμμορφωθεί με τη ρηματική διακοίνωση του Άλτενμπουργκ και να αρχίσει να καταβάλει τις δανειακές προκαταβολές.
Την αρχική αυτή αναγκαστική σύμβαση ακολούθησαν τρεις τροποποιήσεις, με κοινή βούληση των συμβαλλομένων. Αυτές μετέτρεψαν την αρχική αναγκαστική σύμβαση σε συμβατική, δηλαδή το δάνειο έπαψε να είναι αναγκαστικό και μετέπεσε σε κοινό συμβατικό δάνειο. Με την πρώτη τροποποίηση (2/12/1942), ορίζονταν ότι τα δανειακά ποσά είναι αναπροσαρμοζόμενα και θα αρχίσουν να επιστρέφονται από τον Απρίλιο του 1943 (άρθρο β, παράγραφοι 2 και 3). Μάλιστα καταβλήθηκαν και δύο εξοφλητικές δόσεις του δανείου και στη συνέχεια σταμάτησε η επιστροφή του, οπότε μετέπεσε σε έντοκο λόγω υπερημερίας, δηλαδή το δάνειο είχε μετατραπεί σε σταθερού νομίσματος και έντοκο. Επομένως το κατοχικό δάνειο είναι συμβατικό και όχι αναγκαστικό, σταθερού νομίσματος και από τον Απρίλιο του 1943 έντοκο. Αποτελεί συμβατική υποχρέωση της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας και όχι επανορθωτική. Συνεπώς δεν εντάσσεται στη συμφωνία του Λονδίνου 1953, που ανέστειλε την καταβολή των επανορθώσεων και αποζημιώσεων μέχρι την επανένωση της Γερμανίας.
Η σημερινή Γερμανία δεν πρέπει να ξεχνά ότι δανείσθηκε από το ελληνικό κράτος κατά παράβαση του άρθρου 49 της σύμβασης της Χάγης του 1909, που ισχύει και σήμερα. Δανείσθηκε από ένα κράτος που η ίδια η ναζιστική Γερμανία είχε χαρακτηρίσει ακατάλυτο και ότι οι ναζί δεν αμφισβήτησαν ποτέ το δάνειο αλλά και άρχισαν την αποπληρωμή του, ενώ και ο καγκελάριος Έρχαρντ το 1964 είχε δεσμευθεί για την επιστροφή του μετά την επανένωση της Γερμανίας. Η Γερμανία δεν πρέπει να ξεχνά ότι η γερμανική κατοχή είναι υπεύθυνη για το οικονομικό ελληνικό ολοκαύτωμα της περιόδου 1940-44, για την αύξηση του πληθωρισμού 15,3 εκατομμύρια φορές και ότι μόνο η Ελλάδα υποχρεώθηκε να καταβάλει στην τότε Γερμανία πολεμικές αποζημιώσεις. Για την επανόρθωση, η Ελλάδα θα χρειαζόταν 33 φορές το εθνικό εισόδημα του 1946. Αυτό η Ελλάδα, μετά την λήξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, θα το αναζητούσε στον εξωτερικό δανεισμό. Από την άλλη πλευρά, αυτή που αμφισβητεί και αρνείται την επιστροφή του κατοχικού δανείου είναι η μετά το 1990 ενωμένη και δημοκρατική Γερμανία.
Ο Γερμανός ιστορικός Albrecht Ritchl, σε συνέντευξή του στο γερμανικό περιοδικό Spiegel, ανέφερε εμφατικά ότι εάν η Γερμανία πιέσει την Ελλάδα τότε η χώρα μας μπορεί να αξιώσει την καταβολή των γερμανικών επανορθώσεων και του αναγκαστικού κατοχικού δανείου, ανοίγοντας τους ασκούς του Αιόλου. Ο Γάλλος  οικονομολόγος Jacques Delpla, σε συνέντευξή του στη γαλλική εφημερίδα Les Echos το 2010, υποστήριξε ότι σύμφωνα με υπολογισμούς του το συνολικό ποσό που οφείλει η Γερμανία στη Ελλάδα ανέρχεται στο ποσό των 575 δις ευρώ, με συνυπολογισμό των τόκων, εκτιμώμενης σημερινής αξίας άνω των 600 δις ευρώ. Κατ’ άλλους οικονομολόγους αυτό το ποσό υπερέβαινε το 2010 το ποσό των 1,1 τρις ευρώ,   με συνυπολογισμό των τόκων, εκτιμώμενης σημερινής αξίας προσεγγίζουσας τα 1,2 τρις ευρώ.  Η διαφορά στο τελικό ποσό της γερμανικής οφειλής, οφείλεται στη χρήση διαφορετικών επιτοκίων προεξόφλησης. Το προκύπτον ποσό είναι άμεσα απαιτητό από τη γερμανική κυβέρνηση, μετά την ενοποίηση της Ομοσπονδιακής Γερμανίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας το 1990, σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου.
Η ελληνική κυβέρνηση δικαιούται και οφείλει να εγγράψει την γερμανική οφειλή στις ανείσπρακτες οφειλές προς το ελληνικό Δημόσιο και στον Κρατικό Προϋπολογισμό, με την αιτιολόγηση ότι πρόκειται για άμεσα απαιτητό ληξιπρόθεσμο χρέος. Οι υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, κατόπιν σχετικής εντολής, μπορούν να προβούν σε όλες τις απαραίτητες σχετικές άμεσες ενέργειες για την είσπραξη του ληξιπρόθεσμου γερμανικού χρέους. Το γεγονός αυτό θα έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την μετατροπή του προϋπολογισμού της χώρας σε εντονότατα πλεονασματικό, την ολοσχερή εξάλειψη του δημόσιου χρέους και την μετατροπή του σε μεγάλο δημόσιο σωρευτικό πλεόνασμα. Συνεπώς θα σήμαινε την έξοδο της Ελλάδας από την δημοσιονομική παρακολούθηση και εποπτεία της ΕΕ, την εκπλήρωση των κριτηρίων της συνθήκης του Μάαστριχτ, την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας σε ΑΑΑ, τη ραγδαία εξαφάνιση των spreads δανεισμού κλπ. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τους κανονισμούς της Eurostat, η Γερμανία θα υποχρεωνόταν να εγγράψει στον δικό της Κρατικό Προϋπολογισμό το οφειλόμενο δημόσιο χρέος προς την Ελλάδα. Με αυτό τον τρόπο θα ετίθετο ζήτημα δημοσιονομικής επιτήρησης της Γερμανίας από την ΕΕ, λόγω μη εκπλήρωσης των κριτηρίων της συνθήκης του Μάαστριχτ και των όρων του Ευρωπαϊκού Συμφώνου Σταθερότητας, που έχει επιβάλει με κάθε τρόπο και με την απειλή ποινών στις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης.  

* Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, 2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα οικονομικά και διοίκηση μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά συστήματα), μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής,  email : nikokal02@yahoo.gr website :  www.kallinikosnikolakopoulos. blοgspot.com  

Τρίτη 2 Αυγούστου 2016

Δημοσιονομική κρίση χρέους και νεοφιλελεύθερες μυθοπλασίες (αναδημοσίευση από www.erensep.org)

                                              του Καλλίνικου Νικολακόπουλου*
Στην Ελλάδα έχει εμπεδωθεί ο μύθος της νεοφιλελεύθερης αφήγησης, παρουσιάζοντας την αποκρουστική εικόνα ενός Γολιάθ "υπερτροφικού"-"αδηφάγου" κράτους, με υπερπληθώρα άχρηστων δημοσίων υπαλλήλων. Τα σχετικά πρόσφατα όμως στατιστικά στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2013, κατατάσσουν τη χώρα μας στην 31η θέση μεταξύ των 33 χωρών-μελών του με τον μικρότερο αριθμό δημοσίων υπαλλήλων, ως ποσοστό του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, ανερχόμενο σε 8,5%, ενώ ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι 15,5%.
Πίνακας 1: Αριθμός δημοσίων υπαλλήλων ως ποσοστό του οικονομικά ενεργού πληθυσμού
Χώρες ΟΟΣΑ15,5%
Χώρες ευρωζώνης17%
   Χώρες σκληρού «πυρήνα» – βορρά
      Βέλγιο17,5%
      Ολλανδία13%
      Γερμανία10,5%
   Χώρες περιφέρειας – νότου
      Ιταλία14%
      Ισπανία13%
      Πορτογαλία12,5%
      Ελλάδα8,5%
Χώρες Ε.Ε.
   Δανία30%
   Σουηδία26%
   Βρετανία17,5%
ΗΠΑ14,9%
Πηγή: ΟΟΣΑ (2013)
Το κόστος της δημόσιας διοίκησης της χώρας μας είναι 12,4% του ΑΕΠ, όταν ο μέσος όρος της ευρωζώνης ανέρχεται σε 21,4%.
Πίνακας 2: Κόστος δημόσιας διοίκησης ως ποσοστό του ΑΕΠ
Χώρες ευρωζώνης21,4%
   Χώρες σκληρού «πυρήνα» – βορρά
      Ολλανδία28,5%
      Φινλανδία25,2%
      Γαλλία24,8%
      Βέλγιο24,8%
      Γερμανία20%
      Αυστρία18,7%
   Χώρες περιφέρειας – νότου
      Ισπανία19,7%
      Ιταλία19,2%
      Πορτογαλία18,2%
      Ιρλανδία16,3%
      Ελλάδα12,4%
Πηγή: ΟΟΣΑ (2013)
Το ιδεολογικό κατασκεύασμα του νεοφιλελευθερισμού, εντοπίζει ως παθογένεια της ελληνικής οικονομίας τον υπερμεγέθη δημόσιο τομέα εντελώς ατεκμηρίωτα, εμμένοντας σε μία πολιτική που βασίζεται στη διαρκή περικοπή του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων και περιστολή των δημοσίων δαπανών, ενθαρρύνοντας την ιδιωτικοποίηση των πάντων. Στην πραγματικότητα, αυτή η πολιτική δεν απελευθερώνει τον ιδιωτικό τομέα από τον εναγκαλισμό του δημοσίου, αλλά λειτουργεί ανατροφοδοτώντας διαρκώς το καθοδικό σπιράλ της οικονομική ύφεσης, με τη συρρίκνωση της ενεργής ζήτησης.
Οι δημόσιες δαπάνες συρρικνώνονται, ειδικά αυτές που αφορούν στην κοινωνική προστασία, και οι κοινωνικές παροχές, χαρακτηριζόμενες ως "παρασιτικές", περικόπτονται συνεχώς για να περιορισθεί το μέγεθος του κράτους στην οικονομία. Ενώ οι κοινωνικές δαπάνες στο σύνολο της ευρωζώνης ανέρχονται στο 15,9% του ΑΕΠ, στη χώρα μας είναι 13,5%. Οι ευρωπαϊκές χώρες-πρότυπα, κατά τους νεοφιλελεύθερους "φωστήρες", είναι η Λετονία, η Ρουμανία, η Λιθουανία και η Βουλγαρία με αντίστοιχα ποσοστά κοινωνικών δαπανών του ΑΕΠ (βλ. πίνακα 3).
Πίνακας 3: Κοινωνικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ
Χώρες ευρωζώνης15,9%
   Γαλλία19,1%
   Ολλανδία17,1%
   Γερμανία16,9%
   Αυστρία16,4%
   Φινλανδία15,9%
   Ελλάδα13,5%
   Λετονία11,3%
   Λιθουανία8,1%
Ρουμανία8,7%
Βουλγαρία7,6%
Πηγή: ΟΟΣΑ (2013)
Οι προβληματικότερες χώρες, είναι αυτές με το μικρότερο ποσοστό, ως προς το ΑΕΠ, κοινωνικών δαπανών που πάραυτα δεν μπορούν να εξέλθουν από τον φαύλο κύκλο της υπανάπτυξης. Υπάρχουν χώρες με πληθυσμιακό μέγεθος μικρότερο της Ελλάδας (π.χ. Βέλγιο, Φινλανδία), με μεγαλύτερες ποσοστιαίες κοινωνικές δαπάνες, που η πραγματοποίησή τους δεν αντιμετωπίζεται ως "αντι-οικονομική" αλλά ως προϋπόθεση επίτευξης υψηλών οικονομικών επιδόσεων.
Η υποτιθέμενη υπερφορολόγηση των επιχειρήσεων και του πλούτου, ως δικαιολογία της επενδυτικής καχεξίας στην Ελλάδα, είναι ένας ακόμη διαδεδομένος μύθος του νεοφιλελευθερισμού. Ενώ όμως ο μέσος όρος της φορολόγησης του πλούτου στην ευρωζώνη είναι 12,5% του ΑΕΠ, στην Ελλάδα ανέρχεται μόλις και μετά βίας στο 10%, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Eurostat.
Πίνακας 4: Φορολόγηση του πλούτου ως ποσοστό του ΑΕΠ
Χώρες ευρωζώνης12,5%
   Βέλγιο16,9%
   Φινλανδία16,4%
   Ιταλία15%
   Λουξεμβούργο14,4%
   Ιρλανδία13,6%
   Αυστρία13,6%
   Γερμανία12,4%
   Γαλλία12,4%
   Ελλάδα10%
Δανία31,4%
Βρετανία15,2%
ΗΠΑ12,9%
Πηγή: Eurostat (2013)
Στην Ελλάδα έχουν βαπτισθεί ως "υπερφορολόγηση" η φοροαποφυγή, η φοροδιαφυγή, η αποφορολόγηση και η υποφορολόγηση. Το δημόσιο χρέος είναι το παρελθόν σωρευτικό έλλειμμα των κρατικών οικονομικών απολογισμών, δηλαδή η υστέρηση των πραγματοποιηθέντων δημοσίων εσόδων έναντι των δημοσίων δαπανών. Ενώ το ποσοστό των ελληνικών δημοσίων δαπανών προσέγγιζε τον αντίστοιχο ποσοστιαίο μέσο όρο της ΕΕ, τα ποσοστό των ελληνικών δημοσίων εσόδων παρουσίαζε ακραία υστέρηση έναντι του αντίστοιχου ποσοστιαίου μέσου όρου της ΕΕ, με μέσο όρο υστέρησης 7% του ΑΕΠ, τη δεκαπενταετία που προηγήθηκε της κρίσης, ενώ η απόκλιση των φορολογικών εσόδων προσέγγιζε το 10% του ΑΕΠ.
Η ύπαρξη αυτών των χαρακτηριστικών υστερήσεων, κάνει εμφανέστατο το γεγονός της πραγματικής υποφορολόγησης του πλούτου στη χώρα μας, υποδηλώνοντας τη γενναιόδωρη συμπεριφορά του αστικού μπλοκ εξουσίας έναντι των παραδοσιακών κοινωνικών στηριγμάτων του εργοδοτών και αυτοαπασχολούμενων, που φοροδιέφευγαν προκλητικά όταν δεν είχαν θεσπισμένη νόμιμη φοροαποφυγή και απολάμβαναν μια ιδιότυπη φορολογική ασυλία.
H κυβέρνηση, μέσω της άμεσης φορολογίας εισοδήματος, συνεχίζει αμείωτα τη φορολογική επιδρομή στα εισοδήματα μισθωτών, συνταξιούχων και ευρέων λαϊκών μαζών που έρχεται να συμπληρώσει την άγρια περικοπή μισθών, συντάξεων και κοινωνιών παροχών, εξυπηρετώντας τον κύριο  στόχο των μνημονίων, που δεν είναι άλλος από την τεράστια επιχειρούμενη αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των υψηλών εισοδηματικών τάξεων, και υπερασπίζοντας τα οικονομικά και άλλα συμφέροντα των εγχώριων και υπερεθνικών ευρωπαϊκών νεοφιλελεύθερων ελίτ. Έτσι επιτείνεται η διάλυση της όποιας κοινωνικής συνοχής και η αποσάθρωση της κοινωνίας, που έχουν προκληθεί από την πελώρια ύφεση και ανεργία, την κατάρρευση του εθνικού συστήματος υγείας και κοινωνικού κράτους πρόνοιας, την μαζική φτωχοποίηση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, την τεράστια αύξηση των αυτοκτονιών κλπ.
Η καταστροφική διαχείριση της ευρωπαϊκής κρίσης, της οποίας μέρος είναι η ελληνική, από τις νεοφιλελεύθερες ευρωπαϊκές ελίτ, με τη συμμετοχή και συνενοχή και των εγχώριων ελληνικών ελίτ, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα προσπάθειας υπέρβασής της υπέρ του κεφαλαίου και εις βάρος των δυνάμεων της εργασίας. Όταν ακόμη και το ΔΝΤ, είχε προτείνει το 2010 την απομείωση – κούρεμα του ελληνικού δημόσιου χρέους, για να καταστεί διαχειρίσιμο, οι ευρωπαϊκές ελίτ μετέφεραν μέσω των μνημονίων το μεγαλύτερο μέρος του χρέους, που οφειλόταν στα ευρωπαϊκά ιδιωτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, στις χώρες-μέλη για να τα διασώσουν από τις ενδεχόμενες απώλειες.
Κύριο επιχείρημα για αποφυγή του κουρέματος, ήταν η δέσμευση ότι οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες θα απέσυραν από την κυκλοφορία τα ελληνικά κρατικά ομόλογα μη ζητώντας την αποπληρωμή τους, ενώ αυτές  προέβησαν τελικά σε αθρόες κερδοσκοπικές κινήσεις σε αυτά, επιδεινώνοντας περαιτέρω τη θέση της Ελλάδας.
Η ευρωπαϊκή νεοφιλελεύθερη μυθοπλασία, διατείνεται ότι για το αδιέξοδο στο οποίο οδηγούν την ευρωζώνη, δεν ευθύνονται οι επιλογές της ακραίας εμμονικής λιτότητας και ύφεσης, αλλά οι ελλειμματικές χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας – νότου. Σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη συλλογιστική, ο κίνδυνος διάλυσης της ευρωζώνης δεν προέρχεται από την ολέθρια διαχείριση της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, αλλά από τα "ασθενή" μέλη της ΟΝΕ.
Ο τυφώνας της λιτότητας και τρομακτικής ανεργίας, δεν πλήττει πλέον μόνο τις ελλειμματικές και υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης, αλλά έχει επεκταθεί βαθμιαία στις πλεονασματικές και πιστώτριες χώρες του ευρωπαϊκού κέντρου – βορρά. Η απλή λογική υποδεικνύει, ότι εφόσον τα 2/3 των επιτευχθέντων γερμανικών εμπορικών πλεονασμάτων προέρχονται από την ευρωζώνη, η ραγδαία συρρίκνωση της ενεργής ζήτησης, μέσω πολιτικών εσωτερικής υποτίμησης, των ελλειμματικών χωρών θα μειώσει σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα απόσπασης πλεονασμάτων. Η εφαρμογή των υφεσιακών συνταγών, επιρρίπτει το κόστος της προσαρμογής σε όσους δεν έχουν ευθύνη, προσπαθώντας να μη θίξει τις πραγματικά υπεύθυνες νεοφιλελεύθερες ελίτ που έχουν αναλάβει εργολαβικά την διεκπεραίωση της "κάθαρσης".
Η τιμωρητική λογική, ωθεί στην ανεργία διαρκώς μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού και στον παροπλισμό παραγωγικό κεφάλαιο και εξοπλισμό, όταν είναι γνωστό ότι η αποτελεσματικότητα-αποδοτικότητα των οικονομικών συστημάτων, σύμφωνα και με την κλασική-νεοκλασική και κεϋνσιανή θεώρηση, επιτυγχάνεται με την πλήρη απασχόληση και την αξιοποίηση και των λιγότερο αποδοτικών παραγωγικών συντελεστών.
Στην ευρωζώνη σήμερα το συνολικό εμπορικό ισοζύγιο είναι πλεονασματικό, το δημόσιο έλλειμμα ανέρχεται στο 4,1% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος στο 95%. Στη χώρα μας, η σωρευτική ύφεση έχει υπερβεί το 25%, η επίσημη ανεργία προσεγγίζει το 30% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού (65% στους νέους), οι ιδιωτικές επενδύσεις είναι αρνητικές και οι δημόσιες μειωμένες άνω του 30%, ενώ το δημόσιο χρέος έχει υπερβεί το 180% του ΑΕΠ. Οι οικονομικές πολιτικές που επιβλήθηκαν από τις ευρωπαϊκές νεοφιλελεύθερες ελίτ, όχι μόνο δεν ελαφρύνουν την κρίση και τις συνέπειές της, αλλά την επιδεινώνουν περαιτέρω καθιστώντας την ουσιαστικά ανεπίλυτη για τις δυνάμεις της εργασίας.
Οι όποιες ελληνικές ιδιομορφίες είχαν προταχθεί, καθώς και άλλων υπερχρεωμένων χωρών της περιφέρειας, έχει αποδειχθεί ότι ήταν το πρόσχημα για να επιβληθεί η νεοφιλελεύθερη ατζέντα των κυρίαρχων ελίτ περί μη ύπαρξης εναλλακτικής (TINA-There Is No Alternative). Οι περικοπές δημοσίων δαπανών και εισοδημάτων, η πρόταξη της ανταγωνιστικότητας και η "εξυγίανση" μέσω εσωτερικής υποτίμησης, καθώς και η συρρίκνωση του εθνικού εισοδήματος με την καταρρέουσα οικονομία σε ύφεση και υπερχρεωμένη και τη ζήτηση εξασθενημένη, είναι προμελετημένο έγκλημα.
Το ελληνικό πρόβλημα, δεν είναι τελικά διαφορετικό από το ισπανικό, το ιρλανδικό, το πορτογαλικο κλπ. Ενώ στην περίπτωση της χώρας μας, η υπερχρέωση ήταν απευθείας του δημόσιου τομέα, στις άλλες περιπτώσεις ξεκίνησε από τον ιδιωτικό τομέα, ειδικότερα τον τραπεζικό-χρηματοπιστωτικό, για να καταλήξει όμως επίσης ως πρόβλημα δημόσιας υπερχρέωσης. Οι χρηματοπιστωτικές ‘φούσκες’ δημιουργήθηκαν από τον ιδιωτικό τομέα, ενώ το κράτος επιστρατεύθηκε για τη διάσωσή του επωμιζόμενο τα χρέη του.
Στην Ελλάδα έχουμε έναν ιδιωτικό τομέα που είναι εξαιρετικά κρατικοδίαιτος, ενώ η δημοσιονομική κρίση υπήρξε σε όλες τις χώρες δευτερογενής, και όχι πρωτογενής, συνέπεια της κρίσης του ιδιωτικού χρηματοπιστωτικού τομέα. Ενώ οι τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δημιούργησαν την κρίση, με την υπεραφθονία χορήγησης επισφαλών δανείων και τη δημιουργία αμέτρητων παράγωγων προϊόντων χρηματοοικονομικής "μηχανικής", απαίτησαν και επέβαλαν τη διάσωσή τους από τα κράτη με χρήματα των φορολογουμένων που αφαιρέθηκαν από παραγωγικές οικονομικές δραστηριότητες, επιφέροντας πανευρωπαϊκά την ύφεση.
Παρά το αδιαμφισβήτητο γεγονός, της ευθύνης του ιδιωτικού χρηματοπιστωτικού τομέα στη δημιουργία των  ελλειμμάτων και την υπερχρέωση των οικονομιών, η νεοφιλελεύθερη μυθοπλασία ενοχοποιεί τον δημόσιο τομέα που τάχα είναι υπερδιογκωμένος και παρασιτικός πανευρωπαϊκά και επιβαρύνει το κόστος λειτουργίας και την ανταγωνιστικότητα του ιδιωτικού τομέα! Με τον τρόπο αυτό, ο χρηματοπιστωτικός τομέας ‘ρούφηξε’ όλη τη ρευστότητα της οικονομίας και μετέτρεψε τα κράτη σε τυφλά όργανα εξυπηρέτησής του, σε βάρος βέβαια της πραγματικής παραγωγικής οικονομικής δραστηριότητας.
Η συνεχιζόμενη αδιέξοδη νεοφιλελεύθερη διαχείριση της κρίσης στην Ελλάδα, από τη νεο-μνημονιακή κυβέρνηση του μεταλλαγμένου ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ, επί τα χείρω μάλιστα, απλά ολοκληρώνει την μετατροπή της χώρας σε προτεκτοράτο-αποικία χρέους των δανειστών.
Δεν υπήρξε επεξεργασία ενός εναλλακτικού σχεδίου μετάβασης σε εθνικό νόμισμα, εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης, για κάθε πιθανό ενδεχόμενο, δαιμονοποιώντας το νόμισμα και όχι τις πολιτικές που το συνοδεύουν. Μία πιθανή έξοδος από την ευρωζώνη, αφού προηγηθεί στάση πληρωμών στο εξωτερικό δημόσιο χρέος και μονομερής διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του ως απεχθούς και επονείδιστου μετά από πραγματοποίηση ελέγχου του από διεθνή επιτροπή λογιστικού ελέγχου,  δεν είναι αφ’ εαυτού της λύση για πάσα νόσο της ελληνικής οικονομίας.
Αποτελεί ένα δύσβατο μονοπάτι που επιβάλλεται εξ ιδίας ανάγκης στην Ελλάδα. Η έξοδος από την ευρωζώνη πιθανότατα θα σημάνει την απαρχή διάλυσης της τελευταίας, γιατί όποιος κρίκος αυτής της νομισματικής–οικονομικής αλυσίδας σπάσει, αυτή θα αποσυντεθεί.
Αντίθετα, μία πιθανή έξοδος  μπορεί να σημάνει, υπό προϋποθέσεις, την υιοθέτηση πολιτικών παραγωγικής ανασυγκρότησης, που για να επιτύχουν θα απαιτήσουν τη βαθμιαία αλλαγή των σχέσεων παραγωγής, μείωσης της ανεργίας, αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος και οικονομικής ανάπτυξης, με κοινωνική δικαιοσύνη και αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των κατώτερων τάξεων, μέσω άσκησης κατάλληλων φορολογικών πολιτικών, χρησιμοποιώντας ως εργαλείο και την κρατικοποίηση υπό κοινωνικό έλεγχο των τραπεζών που επανακεφαλαιοποιήθηκαν με χρήματα που χρεώθηκαν στον ελληνικό λαό.

* Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, 2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα οικονομικά και διοίκηση μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά συστήματα), μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής,  email : nikokal02@yahoo.gr website :  www.kallinikosnikolakopoulos. blοgspot.com 

Σάββατο 23 Ιουλίου 2016

Χαρακτηριστικές περιπτώσεις διαγραφής δημόσιου χρέους (Αργεντινή, Ισημερινός, Γερμανία) - (Αναδημοσίευση από το 10ο φύλλο 22/7/2016 της εφημερίδας ‘Έξοδος 133’)

Χαρακτηριστικές περιπτώσεις διαγραφής δημόσιου χρέους (Αργεντινή, Ισημερινός, Γερμανία)
του Καλλίνικου Κ. Νικολακόπουλου*

Η άρνηση πληρωμής δημόσιου χρέους είναι έννομη πράξη, κατά το διεθνές δίκαιο, ενώ αρκετές χώρες, κατά τη διάρκεια των 200 τελευταίων περίπου ετών, έχουν προσφύγει σε αυτή, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης που έχει κηρύξει ήδη τέσσερις επίσημες πτωχεύσεις. Πρόσφατες χαρακτηριστικές περιπτώσεις χωρών, με αντιφατικές εμπειρίες, πού αρνήθηκαν στην πορεία την ‘βοήθεια’ του ΔΝΤ ή και διέγραψαν μεγάλο ποσοστό του δημόσιου χρέους τους για να αναδειχθούν τα προβλήματα εφαρμογής των ‘προγραμμάτων αρωγής’ καθώς και οι υπάρχουσες δυνατότητες στην αντιμετώπιση της κρίσης χρέους, είναι αυτές της Αργεντινής και του Ισημερινού-Εκουαδόρ. Χαρακτηριστική είναι επίσης η περίπτωση της Γερμανίας που, σύμφωνα με τη συνθήκη του Λονδίνου του 1953, διέγραψε το 63% του δημόσιου χρέους της επιτρέποντας τη γρήγορη ανάκαμψή της από τις στάχτες του παγκόσμιου πολέμου, που προκάλεσε-επέβαλε η ίδια , και την μεταπολεμική πανευρωπαϊκή κυριαρχία της.
-Τη χρονική περίοδο 1999-2002, η Αργεντινή κλονίσθηκε από μία φοβερή κοινωνικο-οικονομική κρίση, μετά από μια δεκαετία μεγάλης πτώσης του πληθωρισμού, σταθεροποίηση των τιμών και σταδιακή αύξηση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της, λόγω της πολιτικής σύνδεσης του αργεντίνικου πέσο με το αμερικανικό δολάριο. Η χώρα, είχε ιστορικό υπερ-πληθωρισμού επί δεκαετίες και η σύνδεση αυτή των δύο νομισμάτων είχε εκληφθεί ως λύση που επέλυε όλα τα προβλήματα. Παρά την τιθάσευση του πληθωρισμού, η παραγωγικότητα της οικονομίας της έμενε στάσιμη ενώ η παραγωγικότητα εμπορικών εταίρων της Αργεντινής (ΗΠΑ, Ευρώπη, Ν.Α. Ασία, Κίνα, άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής) βελτιωνόταν με γρήγορους ρυθμούς. Η σταθερή σύνδεση πέσο–δολαρίου, δεν επέτρεπε τις απαραίτητες υποτιμήσεις του νομίσματος, που ήταν αναγκαίες, για να εξακολουθήσουν να παραμένουν ανταγωνιστικά τα προϊόντα της Αργεντινής συγκριτικά με τα ξένα ανταγωνιστικά. Οι εισαγωγές προϊόντων ήταν φθηνές, μειώνοντας την ανταγωνιστικότητα των εγχώριων προϊόντων και οδηγώντας σε σταδιακή μείωση της παραγωγικής δραστηριότητας της χώρας και διόγκωση της ανεργίας, χειροτερεύοντας το εμπορικό ισοζύγιο και μειώνοντας τα κρατικά έσοδα, προκαλώντας τη διαρκή αύξηση των εμπορικών ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους. Εξαιτίας της εισροής ξένων κεφαλαίων και των σχετικά χαμηλών τιμών γης και άλλων περιουσιακών στοιχείων, δεν ήταν εμφανές το μέγεθος του προβλήματος που θεωρήθηκε διαχειρίσιμο. Όταν όμως άρχισε η έξοδος των ξένων επενδυτών αλλά και των εγχώριων εισοδηματιών, με φυγή κεφαλαίων και ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων, συνειδητοποιήθηκε η τεράστια έκταση του προβλήματος. Η τότε κυβέρνηση της Αργεντινής, αντί της άμεσης αποσύνδεσης του πέσο από το δολάριο και της άμεσης υποτίμησής του, ωσότου επέλθει ισορροπία, προτίμησε τον δανεισμό τεράστιων ποσών από ιδιώτες και το ΔΝΤ, με στόχο τη διαφύλαξη της σύνδεσης της ισοτιμίας πέσο–δολαρίου με αναλογία ανταλλαγής 1 προς 1, υπό την ασφυκτική πίεση και καθοδήγηση του ΔΝΤ. Όταν ολοκληρώθηκε η έξοδος των χρημάτων ξένων και εγχώριων επενδυτών από τη χώρα (λόγω της διατήρησης σταθερής αυτής της νομισματικής ισοτιμίας), το σύστημα κατέρρευσε ολοσχερώς (1999) και το ΑΕΠ της χώρας μειώθηκε κατά 4%, που ήταν το πρώτο στάδιο μιας τριετούς περιόδου ύφεσης που κατέληξε σε πλήρη διάλυση του πολιτικού και οικονομικού σκηνικού. Όταν το 2001 οι κάτοικοι, ευρισκόμενοι σε κατάσταση πανικού, άρχισαν την μαζική απόσυρση των καταθέσεών τους από τις τοπικές τράπεζες και την μεταφορά τους σε τράπεζες του εξωτερικού, η κυβέρνηση του Φερνάντο ντε λα Ρούα αποφάσισε το ‘πάγωμα’ των καταθέσεων επί 12μηνο, προκαλώντας τεράστια κοινωνική αναταραχή και βίαιες διαδηλώσεις, με συνέπεια τη φυγάδευσή του από τη χώρα με ελικόπτερο τον Δεκέμβριο του 2001. Ο Αδόλφο Ροντρίγκες Σάα, που τον διαδέχθηκε στην προεδρία, προσπάθησε να εφαρμόσει ένα νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα, που δεν απέφερε τα αναμενόμενα και εξαναγκάσθηκε σε παραίτηση. Την περίοδο 2001-2002 το ΑΕΠ μειώθηκε 21%, η επίσημη ανεργία ανήλθε στο 23%, το ποσοστό του ευρισκόμενου κάτω από το όριο της φτώχειας πληθυσμού ήταν 57% και το δημόσιο χρέος ανήλθε σε 140 δις δολάρια. Τον Ιανουάριο του 2002, τερματίσθηκε η πολιτική της σταθερής ισοτιμίας και το πέσο οδηγήθηκε σε ελεύθερη πτώση, εκτινάσσοντας τον πληθωρισμό και την ανεργία σε δυσθεώρητα ύψη. Η ποιότητα ζωής του μέσου πολίτη μειώθηκε κατακόρυφα, πληθώρα επιχειρήσεων οδηγήθηκε σε πτώχευση και τα εισαγόμενα προϊόντα έγιναν σε πραγματικές τιμές απλησίαστα, ενώ η ονομαστική αξία των μισθών είχε παραμείνει στα επίπεδα προ κρίσης. Εξαιτίας όμως της ‘γενναίας’ υποτίμησης του πέσο, οι εξαγωγές έγιναν φθηνές και ο τουρισμός αυξήθηκε, οδηγώντας την οικονομία στην επανάκτηση της ανταγωνιστικότητάς της. Επίσης λόγω της αύξησης της τιμής της σόγιας στην παγκόσμια αγορά, καθώς και άλλων προϊόντων (κρέατα-δημητριακά), που προκλήθηκε από την ανάπτυξη της Κίνας, υπήρξε μαζική εισροή κεφαλαίων στην οικονομία της χώρας, που λειτούργησε ως τονωτική ένεση, οδηγώντας την σε επανεκκίνηση.
Το 2003 ο νεοεκλεγείς πρόεδρος της Αργεντινής Νέστωρ Κίρχνερ, μετά από περίοδο φοβερής πολιτικής αστάθειας και κοινωνικής εξαθλίωσης, λόγω της εφαρμογής των προγραμμάτων του ΔΝΤ, κήρυξε μονομερή στάση πληρωμών, υποτίμησε περαιτέρω το πέσο κατά 28% και εθνικοποίησε σημαντικούς τομείς της οικονομίας, αρνούμενος την αναγνώριση του δημόσιου χρέους. Το επιχείρημά του ήταν ότι το χρήμα που δανείσθηκε η χώρα, δεν χρησιμοποιήθηκε προς όφελος του λαού, αλλά διοχετεύθηκε στην εξυπηρέτηση επιχειρηματικών συμφερόντων. Μία ομάδα εξουσιοδοτημένων από τον ΟΗΕ επιθεωρητών, αφού έλεγξαν το περιεχόμενο του χρέους, έκριναν ότι το μεγαλύτερο μέρος δεν μπορούσε να θεωρηθεί νόμιμο. Το 2005, μετά από σειρά σκληρών διαπραγματεύσεων, η χώρα κατόρθωσε να επιτύχει την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους προς τους ιδιώτες επενδυτές με μία έκπτωση 25%-35% της αρχικής ονομαστικής αξίας των ομολόγων και επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής (μέσω ανταλλαγής των παλαιών ομολόγων με νέα μικρότερης αξίας και μεγαλύτερης διάρκειας). Σε αντίθεση με τους ιδιώτες επενδυτές, το ΔΝΤ κράτησε αρχικά σκληρή στάση μη αποδεχόμενο επαναδιαπραγμάτευση των όρων του δανείου του, αλλά μετά από πολύμηνες σκληρές διαπραγματεύσεις, έγινε κατορθωτή η περικοπή του 70% του χρέους του και συμφωνήθηκε η αποπληρωμή του υπολοίπου με δεσμευτικούς όρους. Τον Δεκέμβριο του 2005, ο Κίρχνερ ανακοίνωσε ότι τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας επαρκούσαν για την κάλυψη των υποχρεώσεών της και το 2006, εκμεταλλευόμενη η χώρα τα πλεονάσματα λόγω της οικονομικής ανάπτυξης, αποπλήρωσε με το ποσό των 9,5 δις δολαρίων το χρέος της προς το ΔΝΤ. Την περίοδο εκείνη το ΔΝΤ, λόγω της παταγώδους αποτυχίας του τόσο στην περίπτωση της Αργεντινής όσο και σε εκείνη της κρίσης της Ν.Α. Ασίας, υπέστη φοβερή απαξίωση και κόντεψε να παύσει να υφίσταται, ώσπου η κρίση της Ελλάδας και των λοιπών χωρών της ευρωζώνης το επανακατέστησε  ενεργό στη διεθνή οικονομική πραγματικότητα. Με αφορμή την κήρυξη επιλεκτικής χρεοκοπίας από τους περιώνυμους διεθνείς οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης τον Αύγουστο του 2014, λόγω άρνησης υποταγής της χώρας σε μία παράλογη απόφαση αμερικάνικου δικαστηρίου που δικαίωσε ένα αμοιβαίο κεφάλαιο-‘γύπα’, που αρνήθηκε να αποδεχθεί τη συμφωνία της συντριπτικής πλειοψηφίας των διεθνών επενδυτών με τη χώρα, να επισημάνουμε ότι αν και είναι αποκλεισμένη από τις διεθνείς ομολογιακές αγορές από τότε, αναπτύσσεται ταχύτατα με κατά κεφαλή ΑΕΠ 14.760 δολάρια το 2013 έναντι 3.285 δολαρίων το 2002, με τελευταίους ρυθμούς ανάπτυξης 8,9% το 2011, 1,9% το 2012 και 3,5% το 2013, έχοντας βρει αλλού χρηματοδότες των επενδυτικών της σχεδίων (BRICS και ειδικότερα Κίνα και Ρωσία), και συνολικό δημόσιο χρέος που ανέρχεται σε μόλις 44% του τρέχοντος ΑΕΠ της με περίπου 70% αυτού να είναι σε πέσος και ευρώ και όχι σε δολάρια.
-Ο Ισημερινός-Εκουαδόρ, με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού Ραφαέλ Κορέα, πρώην Υπουργού Οικονομικών και προέδρου της χώρας, που επέστρεψε στην εξουσία το 2007, κάλεσε το ΔΝΤ για επαναδιαπραγμάτευση του χρέους. Δεν προέβη σε άρνηση πληρωμής του χρέους αμέσως, αλλά ξεκίνησε τη διαδικασία του διεθνούς λογιστικού ελέγχου με τη συγκρότηση διακομματικής επιτροπής υπό τον γενικό εισαγγελέα της χώρας με τη συμμετοχή ενός ανώτερου κληρικού και τη συνεργασία Μη-κυβερνητικής Οργάνωσης, ξένων οικονομολόγων και νομικών αυξημένου κύρους. Έπειτα από σχεδόν ένα έτος εργασίας, η επιτροπή λογιστικού ελέγχου συνέστησε στην κυβέρνηση του Ισημερινού να κηρύξει στάση πληρωμών για τα 3,2 δισ. δολάρια εξωτερικού χρέους, που αφορούσαν στα λεγόμενα «διεθνή ομόλογα» (Global Bonds), που έληγαν το 2012, το 2015 και το 2030 και ήταν αποτέλεσμα προηγούμενης αναδιάρθρωσης χρέους το 2000, μετά τη στάση πληρωμών του 1999. Ο Κορέα, ακολουθώντας τη σύσταση της επιτροπής και επικαλούμενος συγκεκριμένες σκανδαλώδεις συμβάσεις, κήρυξε στάση πληρωμών τον Δεκέμβριο του 2008, απευθυνόμενος στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, που υποστήριξε την επιλογή του και αναγνώρισε το δικαίωμα της χώρας να μην αποπληρώσει χρέη που δημιουργήθηκαν από προηγούμενες διεφθαρμένες κυβερνήσεις. Οι ρίζες της κρίσης χρέους του Ισημερινού, ανάγονται στην περίοδο 1976-1979, όταν το τότε δικτατορικό καθεστώς της χώρας συνομολόγησε χρέος 3,4 δισ. δολαρίων, που τα 2/3 του κατευθύνθηκαν στη χρηματοδότηση στρατιωτικών εξοπλισμών. Μόνο το 2007 ο Ισημερινός, πλήρωνε περισσότερα από 1,75 δισ. δολάρια για την εξυπηρέτηση του χρέους, περισσότερα από όσα η κυβέρνηση δαπάνησε για την υγεία, την κοινωνική πρόνοια, την κατοικία, την αστική ανάπτυξη και το περιβάλλον μαζί. Ο λογιστικός έλεγχος του χρέους, κατέληξε σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα: όπως το ότι εκπρόσωποι των τραπεζών Smith Barney (ανήκει σήμερα στη Citigroup) και JP Morgan προχώρησαν σε αναδιάρθρωση χρέους το 2000, χωρίς την έγκριση της χώρας, χρεώνοντας επιτόκια 10% και 12% και ότι υπήρξαν παρατυπίες στην έκδοση ομολόγων, που έρχονταν σε αντίθεση ακόμη και με αυτούς τους κανονισμούς της πανίσχυρης Αμερικανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Ακόμη οι συμφωνίες έκδοσης ομολόγων, δεν ήταν σύννομες με το Σύνταγμα της χώρας και οι ανάδοχοι της έκδοσης είχαν ασυλία έναντι των οποιωνδήποτε ζημιών που είχαν σχέση με την έκδοση των «διεθνών ομολόγων», απαλλάσσοντάς τους από την οποιαδήποτε έκθεση σε κίνδυνο. Η απόφαση στην αρχή προκάλεσε κάποιες αναταράξεις στις διεθνείς αγορές, χωρίς όμως ιδιαίτερη συνέχεια, όπως σε άλλες κρίσεις ομολόγων, π.χ. αυτήν του Μεξικού το 1994. Η στάση πληρωμών του Κορέα, συνοδεύθηκε από αναδιάρθρωση χρέους (το Εκουαδόρ θα πληρώσει 35 σεντς για κάθε δολάριο) και βέβαια από μια ριζική αναθεώρηση του οικονομικού προσανατολισμού της χώρας, με έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών της. Ο Ισημερινός αποκλείσθηκε από τις αγορές, σύναψε ωστόσο διμερείς συμφωνίες δανεισμού με την Κίνα ύψους 3 δισ. δολαρίων, με αντάλλαγμα τις εξαγωγές πετρελαίου και τη χρηματοδότηση ενός υδροηλεκτρικού έργου. Τα οξύτατα προβλήματα φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού δεν έχουν επιλυθεί, αλλά η οικονομία της χώρας αναπτύχθηκε κατά 4,5% τα δύο πρώτα έτη της διακυβέρνησης Κορέα με ανάλογη συνέχεια παρά τη διεθνή οικονομική ύφεση-κρίση.
-Με τη συμφωνία για το γερμανικό δημόσιο χρέος, που υπογράφηκε και από την Ελλάδα, στο Λονδίνο στις 27 Φεβρουαρίου του 1953, 32 χώρες και οι ΗΠΑ δέχθηκαν τη διαγραφή-απομείωση της ονομαστικής αξίας του διακρατικού δημόσιου χρέους κατά 63%. Το υπόλοιπο χρέος διευθετήθηκε με ευνοϊκούς όρους βάσει της ίδιας συμφωνίας (πληρωμή σε γερμανικό νόμισμα, επιμήκυνση χρόνου αποπληρωμής, καθορισμός "πλαφόν" στα ποσά που κατέληγαν για την εξυπηρέτησή του με ρήτρες ανάπτυξης, χαριστικά επιτόκια 0%-0,5%), που η Γερμανία αποπλήρωσε σε σύντομο χρονικό διάστημα. Επιπλέον συμφωνήθηκε η αναστολή αποπληρωμής των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα (κατοχικό υποχρεωτικό δάνειο και πολεμικές επανορθώσεις), μέχρι την επανένωση της Γερμανίας, και είναι απαιτητές εντόκως, από την ημερομηνία δημιουργίας τους, εδώ και 26 περίπου έτη…….


* Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, 2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα οικονομικά και διοίκηση μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά συστήματα), μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής,  email : nikokal02@yahoo.gr,  website :  www.kallinikosnikolakopoulos. blοgspot.com